Χαστούκι στη μνήμη των αδίκως δολοφονηθέντων, αποτελεί η παρωδία που βιώνουμε τις τελευταίες εβδομάδες, με το θέμα πέριξ της απεργίας πείνας, του καταδικασθέντος δολοφόνου της 17 Νοέμβρη, Δημήτρη Κουφοντίνα.
Αποτελεί χλεύη στην δημοκρατία μας αλλά και τους θεσμούς της δικαιοσύνης, να μετατρέπεται το αίτημα του στυγνού εκτελεστή «Λουκά», από άτομα και παρατάξεις δήθεν ευαισθητοποιημένους, σε κήρυγμα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και φιλευσπλαχνίας, προς ολόκληρη τη κοινωνία και την πολιτεία.
Είναι χυδαίο, διότι καμία μεταμέλεια δεν υπήρξε από τους εγκληματίες, που έβαψαν τα χέρια τους με το αίμα αθώων, που δεν είχαν βλάψει κανέναν, αλλά στα μάτια της οργάνωσης τους, ήταν η προσωπογραφία ενός συστήματος, που ήθελαν να σκοτώσουν.
Κανέναν οίκτο και καμία απολύτως μεταμέλεια, όταν έπεφταν νεκροί οι Χρήστος Μάτης, Νίκος Μομφεράτος, Παναγιώτης Ρουσέτης, Δημήτρης Αγγελόπουλος, Αλέξανδρος Αθανασιάδης – Μποδοσάκης, Ουίλιαμ Νορντίν, Ρόναλντ Στιούαρτ, Τσετίν Γιοργκού, Μιχάλης Βρανόπουλος, Ομέρ Σιπαχίογλου, Κώστας Περατικός, Στίβεν Σόντερς, Παύλος Μπακογιάννης και Αθανάσιος Αξαρλιάν.
Τον τελευταίο μάλιστα, ο εκτελεστής Λουκάς, τον χαρακτήρισε «παράπλευρη απώλεια», καθώς βρισκόταν στο «λάθος σημείο» και ο δολοφόνος δεν μπορούσε να περιμένει, αφού τον πίεζε η γυναίκα του, να φύγουν διακοπές εκείνη την ημέρα.
Αντίστοιχα, καμία καταδίκη δεν εκφράστηκε από τα στελέχη της παράταξης εκείνης, που σήμερα διαρρηγνύει τα ιμάτια της περί ανθρωπισμού. Αντιθέτως υπάρχουν δηλώσεις, που δίνουν άλλοθι. Κανείς δεν ξεχνά…
Τις δηλώσεις του κ. Τσίπρα, που ως πρωθυπουργός το 2017, αναρωτιόταν στη Βουλή «τι κακό έχουν οι μολότοφ;»
Τον πρ. Υπουργό κ. Φίλη, που φώναζε «όχι και τρομοκράτης κάποιος νέος, που έτυχε να πετάξει μια μολότοφ»
Τον πρ. Πρόεδρο της Βουλής, κ. Βούτση, που κατηγορούσε το 2019 τη Κυβέρνηση για «αστυνομοκρατία», όταν απετράπη η εισβολή μπαχαλάκιδων με μολότοφ, πέτρες και στειλιάρια στη Βουλή, και από τα έδρανα του Κοινοβουλίου αναρωτήθηκε «χτυπήσατε τα παιδιά, για μια πέτρα και μία μολότοφ;»
Τον Βουλευτή κ. Κυρίτση, που με τη σειρά του, είχε ξεχάσει τα αθώα θύματα της «Μαρφίν», όταν διαβεβαίωνε τις Ελληνίδες και τους Έλληνες, πως δεν υπάρχουν στην Ελλάδα νεκροί από μολότοφ.
Τον Βουλευτή κ. Μπαλαούρα, που σε μία κοινωνικό-πολιτική ανάλυση, ανέπτυξε την θεωρία, ότι οργανώσεις σαν τη 17Ν είχαν ιδεώδη υπέρ του ανθρώπου και αντίληψη μιας καλής κοινωνίας, όπου οι κακοί έπρεπε να τιμωρηθούν.
Τέλος, το σημερινό κήρυγμα περί ανθρωπισμού προέρχεται από τα ίδια στόματα, που έως χθες, μιλάγανε για Μελιγαλάδες, Γουδί και Κρεμάλες.
Τώρα, αυτοί οι ίδιοι, θέλουν να αξιοποιήσουν πολιτικά τον «σύντροφο» Κουφοντίνα, που είτε νεκρό να τον ηρωοποιήσουν, είτε ζωντανό να τον προβάλουν ως γνήσιο αγωνιστή, ενάντια στη «κακιά Δεξιά».
Πρέπει, ως κοινωνία, να τελειώνουμε με την χυδαιότητα και την ασυδοσία του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να καταδικαστεί από τον λαό, διότι καλλιεργεί κλίμα πόλωσης και σύγκρουσης. Ποντάρει στον ενδεχόμενο θάνατο ενός στυγνού δολοφόνου, για να παρακινήσει κουκουλοφόρους, μπαχαλάκηδες και αλληλέγγυους σε έκτροπα.
Ως σύγχρονος Νέρωνας, θέλει να δει εκ νέου τη «Ρώμη» να φλέγεται, για να κατηγορήσει την Κυβέρνηση και να προπαγανδίσει τον εαυτό του, ως γνήσιο εκφραστή μιας δημοκρατικής αντίστασης και επανάστασης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η προοδευτική αριστερά, όπως θέλει να παρουσιάζεται στους πολίτες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι τα στελέχη του, που πήγαιναν ως μάρτυρες υπεράσπισης στις δίκες τρομοκρατών και δολοφόνων. Είναι τα στελέχητου,που συντάσσονται με τους κουκουλοφόρους, τις μολότοφ, τα τσεκούρια και τα καδρόνια. Είναι τα στελέχη του, που διαδηλώνοντας, φωνάζουν «γεννήθηκα 17 Νοέμβρη» και απειλούν πως «όταν οι αντάρτες μπούνε στην Αθήνα, το Σύνταγμα θα λέγεται πλατεία Κουφοντίνα».
Αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεν ανακάλεσε ποτέ, δεν μετάνιωσε ποτέ και αγνοεί επιδεικτικά την βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Των Ελληνίδων και των Ελλήνων, πουγια το ζήτημα Κουφοντίνα, συμφωνεί με τη Κυβέρνηση.